Toτρίτο άλμπουμ των Bazooka (μετά το φερώνυμο του 2012 και το “UselessGeneration” του 2016 – φυσικά το γκρουπ έχει κυκλοφορήσει και διάφορα άλλα singles και EPs) είναι γεγονός. Ο τίτλος του είναι “Zero Hits” [Inner Ear, 2019]
και περιλαμβάνει 14 τραγούδια – είναι χορταστικό δηλαδή και φυσικά… μπομπάτο, όπως όλα τα προηγούμενα. Οι Bazooka(Ξάνθος Παπανικολάου φωνή, κιθάρες, synths, πιάνο, Βασίλης Τζελέπης κιθάρες, φωνητικά, Γιάννης Βούλγαρης ντραμς, φωνητικά, κρουστά, ενορχηστρώσεις πνευστών, Άρης Ράμμος μπάσο, φωνητικά, Πάνος Παπανικολάου κρουστά, synths) καλά κάνουν και τυπώνουν τους ελληνικούς στίχους τους στο innersleeve, όμως εγώ όταν τους διαβάζω κάπως… τσιμπιέμαι. Οι στίχοι, σαν σκέτο στίχοι, δεν στέκουν ιδιαιτέρως. Είναι αλλοπρόσαλλοι. Με αλλοπρόσαλλες χρήσεις λέξεων εννοώ και με απλά έως και απλοϊκά νοήματα – ενώ αναρωτιέσαι κιόλας πώς είναι δυνατόν να τραγουδιούνται μέσα σ’ αυτό το τόσο σπιντάτο σκηνικό (που στήνει το συγκρότημα).
Όμως… όμως… και αυτό είναι το περίεργο ή αν θέλετε η μαγκιά του γκρουπ. Πως μέσα στις συνθέσεις, μέσα στα τραγούδια, αυτά ακριβώς τα λόγια βρίσκουν το πραγματικό νόημά τους. Μοιάζουν και είναι τα πλέον κατάλληλα, και μάλιστα δίχως ιδιαίτερα στριμώγματα, ώστε να ταιριάξουν με τα μουσικά μέτρα. Είναι εκείνα που απαιτούνται, εννοώ, προκειμένου να εκτοξευθεί η δύναμη και να επιτευχθεί η ποθούμενη ανάφλεξη. Γιατί τα τραγούδια των Bazooka είναι σαν τα πυροτεχνήματα. Πυροδοτούνται, είναι όμορφα, αλλά καίγονται γρήγορα. Δίνει βεβαίως το ένα τη θέση του στο άλλο, το προηγούμενο στο επόμενο, αλλά, πραγματικά, έτσι όπως τ’ ακούς, κολλητά φυσικά, στο βινύλιο (και στο live), το επόμενο έρχεται με φόρα και σβήνει το προηγούμενο – αφού παύεις να το θυμάσαι, αφού εισβάλει ένας καινούριος ηχητικός ορυμαγδός, που θα ξανα-ισοπεδώσει τα πάντα.
Τελικά δεν μένουν ένα-ένα τα τραγούδια (όσες φορές και ν’ ακούσεις το “Zero Hits”), αλλά ένα αδιάσπαστο σύνολο, μια φλόγα που δε σβήνει ποτέ και που η… θερμαντική ικανότητά της όλο και αυξάνεται με την πάροδο του χρόνου, καταλήγοντας σταδιακώς στην πύρωση, στην τελική πυράκτωση.
Προφανώς και η δεύτερη πλευρά του άλμπουμ είναι η φλεγόμενη εξέλιξη της πρώτης, γιατί το συγκρότημα παίζει σε… κατάσταση βρασμού το ίδιο πλέον (αυτή την εντύπωση σου δίνει το άκουσμα, ανεξαρτήτως της όποιας κατακερματισμένης στούντιο ηχογράφησης), φθάνοντας στο σημείο μηδέν, με το έσχατο track, που όχι τυχαίως έχει τίτλο «Τα σπάω όλα».
Ναι, τα σπας όλα, με τους Bazooka… είτε στο σπίτι σου είτε στο κλαμπ. (Εγώ, καθώς τέλειωνε το άλμπουμ, τσάκισα ένα μικρό συρραπτικό, που είχα στα χέρια μου εκείνη την ώρα…).