9/8/2018«Ο Γιώργος Λάνθιμος βρίσκεται εδώ και χρόνια στην πρωτοπορία των πολιτιστικών και πνευματικών δυνάμεων που δημιουργούν στη χώρα μας. Η νέα του επιτυχία στο Φεστιβάλ Βενετίας…» κ.λπ., κ.λπ. έγραψε ο άσχετος με το χώρο πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης.
Να πούμε ότι η νέα ταινία του Λάνθιμου δεν έχει καμμία σχέση με την Ελλάδα και πως ο ίδιος έχει παύσει πια να «δημιουργεί» στη χώρα μας. Το “Τhe Favourite” είναι μια ιρλανδο-αγγλο-αμερικάνικη παραγωγή, χωρίς ούτε έναν έλληνα ηθ
οποιό στο καστ (ούτε για δείγμα) και με συντελεστές σε ποσοστό 99,99% ξένους. Άρα δεν πρόκειται για μια ελληνική ταινία. Πρόκειται για μια ξένη ταινία, που την διεκπεραίωσε απλώς έλληνας νταϊρέκτορας. Καμμία σχέση δηλαδή με τον Αγγελόπουλο, που βάδιζε στους ίδιους βραβευμένους δρόμους με το Λάνθιμο (σε Κάννες και Βενετίες) με αληθινά ελληνικές ταινίες (στην παραγωγή, σε όλα). Χαίρομαι για τη βράβευση του Λάνθιμου (που είναι ατομική), όσο θα χαιρόμουν και με τη βράβευση του… Κατσικάρη, αν έβγαινε πρωταθλήτρια στο NBA η Γιούτα Τζαζ. Δηλαδή καθόλου.9/8/2018Το χειρότερο απ’ όλα, κατάντια πραγματική για κάποιον που θέλει να λέγεται αριστερός, με όποιο νόημα και να δίνει στη λέξη, είναι να συγκρίνεις το Σύριζα με την επάρατο Δεξιά και να λες ότι είναι «καλύτερος». Φυσικά, είναι «καλύτερος» από τη Δεξιά, έστω και στα σημεία, σε κάποια σημεία… αυτό δα μας έλειπε. Αλλά τούτο σημαίνει πια, και συνειδησιακά, την πλήρη πασοκοποίηση τής και-καλά «ριζοσπαστικής αριστεράς», αφού πρακτικά, και με βάση και τα ευρωπαϊκά δεδομένα δηλαδή, ο Σύριζα είναι πια ένα τυπικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα.
Το ότι μας κυβερνάνε… Πασόκοι είναι το μόνο σίγουρο. Το να μη μας κυβερνάνε κλέφτες Πασόκοι (στυλ Τσοχατζό κ.λπ.) είναι το περισσότερο που μπορούμε να περιμένουμε από τους Συριζαίους...
8/8/2018Συνεργάτες των λαών Αμερικάνοι
8/8/2018Ένας από τους πιο γελοίους και εκνευριστικούς γλωσσικούς ευπρεπισμούς των μίντια είναι η αντικατάσταση της λέξης «σπίτι» από τη λέξη «οικία». «Ήταν στην οικία του» διαβάζεις ολούθε, λες και αν γράψουμε «ήταν στο σπίτι του» θα μας πουν αγράμματους και αναλφάβητους.
Τι του λείπει του ψωριάρη, φούντα με μαργαριτάρι…
7/9/2018Να το ξαναπούμε…
Αυτό το πανηγύρι της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης και με τον τρόπο που το διαχειρίζονται οι νυν και οι μελλοντικοί κουμανταδόροι μας, σαν ένα βήμα ακατάσχετων μπαρουφολογιών και ψεμάτων, μου προκαλεί απέχθεια. Είναι ένα έθιμο που πρέπει να εκλείψει, γιατί, και αυτό, κοστίζει (άνευ λόγου). Δεν ξέρω, δε, αν πρέπει να καταργηθεί και η ίδια η ΔΕΘ, καθότι δεν είμαι σίγουρος αν έχει πλέον νόημα και αν βγάζει τα λεφτά της.
Αφήνω κατά μέρος το γεγονός πως, για μένα, από τότε που χάθηκαν το Φεστιβάλ Ελαφρού Τραγουδιού (που γινόταν Σεπτέμβρη) και το Φεστιβάλ Κινηματογράφου (που ξεκινούσε επίσης Σεπτέμβρη και όχι Νοέμβρη) η ΔΕΘ έχει χάσει και το παραμικρό ενδιαφέρον της.
6/9/2018
Πέθανε ο Burt Reynolds στα 82 του, ένα από τα πιο πειστικά "σκληρά καρύδια" του αμερικάνικου σινεμά. Σ' αυτό το αριστούργημα του John Boorman προσέφερε το ρόλο της ζωής του...
6/9/2018
Ξαναείδα τις προάλλες στο σινεμά τον «Τρίτο Άνθρωπο» (1949) του Κάρολ Ρηντ, μετά από 30 πάνω-κάτω χρόνια. Την ταινία την είχα πρωτοδεί στα έιτις στην τηλεόραση, αλλά δεν θυμόμουν και πολλά πράγματα, οπότε είπα να την δω ξανά, αφού το καλοκαίρι προσφέρεται για επαναλήψεις.
Δεν ξέρω γιατί, αλλά η ταινία μού φάνηκε ξεπερασμένη (και κάπως κοινή η ιστορία του Γκρέιαμ Γκρην). Για να μην πω πως, και ανεξάρτητα από το γεγονός πως δεν αντέχει στο χρόνο, μου δημιούργησε περαιτέρω μιαναίσθηση απώλειας στόχου (από τη μεριά του σκηνοθέτη) σε καίρια σημεία. Δεν ξεχνώ, φυσικά, πως πρόκειται για μια ταινία-σταθμός στην ιστορία του κινηματογράφου (ψηφίστηκε, κάποτε, ως η σημαντικότερη βρετανική ταινία όλων των εποχών!), αλλά εν αντιθέσει με άλλες κλασικές ταινίες γυρισμένες πριν το ’50 («Θωρηκτό Ποτέμκιν», «Ο Κανόνας του Παιχνιδιού», «Πολίτης Καίην» κ.λπ.), ο «Τρίτος Άνθρωπος» ωχριά μπροστά τους.
Κατ’ αρχάς βρήκα κάπως ελαφριά, στα όρια ενός (έστω και επανα-αναδυόμενου) κοσμοπολιτισμού, και άρα καθόλου πειστική, την ατμόσφαιρα τής μεταπολεμικής Βιέννης που έστησε ο Ρηντ (μια Βιέννη χωρισμένη σε τέσσερις τομείς, τους οποίους επόπτευαν Σοβιετικοί, Άγγλοι, Αμερικανοί και Γάλλοι), ενώ ακόμη και τα ερείπια από τον πόλεμο, που τα έβλεπες στο φιλμ σε σωρούς από δω κι από κει, έμοιαζαν σχεδόν ψεύτικα, δίχως να λειτουργούν, ούτε αυτά, ως… αποδειχτικά της καταστροφής. Ο Ρηντ είναι φανερό πω δεν είχε το ταλέντο των Ιταλών (Ροσελίνι, Ντε Σίκα κ.ά.) στην αποτύπωση του ζοφερού μεταπολεμικού κλίματος (εδώ, δεν ξεχνώ και τη συγκλονιστική «Europa» του Λαρς Φον Τρίερ, που είναι φυσικά πολύ μεταγενέστερη), εμμένοντας σε αρτίστικα τεχνικά πλάνα (λοξές λήψεις), παίζοντας με το φως εξπρεσιονιστικά, αλλά κάπως άνευρα και κυρίως χρησιμοποιώντας τους δεύτερους ρόλους του σαν καρικατούρες (όπως εκείνη η μισότρελη γριά, που έλεγε συνεχώς τα δικά της, και που έβγαζε πιο πολύ γέλιο, παρά δράμα). Ακόμη και η μουσική (το ζίθερ του Άντον Κάρας, που τόσο έχει επαινεθεί) εμένα μου φάνηκε τελείως εκτός κλίματος και ξεκομμένη από τα δρώμενα.
Υπάρχουν, βέβαια, τα δυνατά πλάνα στα κανάλια των υπονόμων (που κι εκείνα δεν φτάνουν στην κλειστοφοβική δριμύτητα του Βάιντα στο «Κανάλ», λίγα χρόνια αργότερα), υπάρχει η σκηνή στο λούνα-παρκ και κυρίως υπάρχει ο Όρσον Γουέλς (χωρίς να υποτιμώ το μίνιμαλ παίξιμο του Τζόζεφ Κότεν), ο οποίος από τη μέση και μετά (όταν κάνει την όχι και τόσο απρόσμενη, τελικά, εμφάνισή του) παίρνει όλη την ταινία στις πλάτες του. Τρομερή φιγούρα, παίξιμο, στήσιμο, ομιλία… τα πάντα.
Δεν μπορώ να πω πως πέταξα το χρόνο μου (ξανα)βλέποντας τον «Τρίτο Άνθρωπο», αλλά πήγα με τη βεβαιότητα πως θα έβλεπα κάτι, που θα με «κρατούσε» πιο πολύ και πιο γερά. Πήγα μ’ αυτή την πεποίθηση εννοώ, αλλά δε συνέβη.